Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2010

Εθισμοί, εθνικοί και άλλοι



Άκουγα το πρωί ραδιόφωνο των βρετανικών βάσεων πηγαίνοντας στη δουλειά. Πάλι ξεσηκώθηκαν εκεί διάφοροι ακτιβιστές για το αλκοόλ. Είναι το προαιώνιο βάσανό τους, 250 χρόνια αποτυχημένων πολιτικών κατά του αλκοόλ αυτή η χώρα: π.χ. εριξαν την μπύρα στα μέσα του 19ου αιώνα στην αγορά για να ξεκολλήσει ο λαουτζίκος από το τζιν (μη φαντάζεστε τίποτε Bombay Sapphire, κάτι νέφτια πίνανε). Μετά τους είχε κάτσει αυτό το κλείσιμο των 11 μμ. Τώρα πολλοί Συντηρητικοί ζητούν αστυνομικά μέτρα για να απαγορευτούν διάφορες μορφές κατανάλωσης οινοπνευματωδών (λ.χ. τα 'Πιες όσο θες για 10 λίρες' κτλ.), οι ίδιοι που στηλιτεύανε το απαίσιο 'κράτος-νταντά' που υπαγορεύει στους πολίτες τι να κάνουν και πώς να ζουν.

Η μαζική τους εθελοτυφλία στο θέμα μού θυμίζει εμάς, αλλά απόψε δε θα πω πάλι για εμάς, άλλωστε νομίζω ότι πιο εύκολα θα καταλάβουμε τι γίνεται με το κάπνισμα στην Ελλάδα, τον δικό μας εθνικό εθισμό, παρά οι Βρετανοί με το αλκοόλ στο Βασίλειό τους. Σε πάρα πολλά πράματα (κι αν σκεφτεί κανείς ότι είναι μεγάλη χώρα κι ότι διατελούσαν κοσμοκράτορες, δημοκρατία και βιομηχανική χώρα), η Βρετανία είναι πολύ πιο τελειωμένη από την Ψωροκώσταινα. Γι' αυτό και δε γύρισα εκεί ποτέ, τελικά.

Μεγάλωσα λοιπόν μέσα σε ένα σπίτι που κάθε πρωί με ξυπνούσε η μπόχα του 22. Ο πατέρας μου κάπνιζε ένα πακέτο σε 3 μέρες αλλά σιχαινόταν τη μυρωδιά του καπνού και (κυρίως) την τσιγαρίλα. Αν και το έχει κόψει εδώ και 20-τόσα χρόνια, του έχει μάλιστα μείνει το κουσούρι κι ανοίγει ορθάνοιχτα πορτοπαράθυρα χειμώνα-καλοκαίρι για να αερίζεται το σπίτι του. Το έκοψε όταν πρωτοαυξήθηκε η τιμή του το '80-κάτι, γιατί δεν ήθελε να δίνει τα ωραία του λεφτά "στον πούστη τον Παπανδρέου" (όχι αυτόν ρε σεις, τον πατέρα του). Το έκοψε μαχαίρι. Κάπνιζε από τα 13 του χρόνια.

Δεν είχα λοιπόν κίνητρα να αρχίσω το κάπνισμα. Δε μου έλεγε τίποτε. Τις συμμαθήτριες τις έκανα να ενδιαφέρονται φακίρικα, μιλώντας τους. Δεν είχα και πολύ χαρτζιλίκι. Μετά γνωρίστηκα με τη ΓΤ. Η οποία κάπνιζε Στύβεζαντ. Η οποία ήταν σέξυ μέχρι λιποθυμίας, μύριζε μόσχο (White Musk του Body Shop, πολύ της μόδας τότε) και καπνό. Με την οποία δεν έγινε τίποτα -- αηδίες και ατολμίες 18ρηδων, φρικτά πράματα: άλλη θες (έχει και γκόμενο), άλλη νομίζεις ότι θες (αλλά πέφτει από τα σύννεφα), άλλη σε θέλει και τη φιλάς εκείνη την άλλη αλλά σου λέει ότι ήταν λάθος (είναι και κολλητή της πρώτης), περνάνε 6 μήνες κι όλοι ξέρουν ότι ήθελες την πρώτη αλλά εσύ ούτε που το παίρνεις χαμπάρι: άθλια χρόνια. Τέλος πάντων, άρχισα να καπνίζω στη χάση και στη φέξη, όπως και σήμερα: έξι με δέκα τσιγάρα τον χρόνο, για παρέα.

Πακέτο αγόρασα αργότερα επί ενός έρωτα νταλκαδιάρικου και απρογραμμάτιστα ταντρικού (με την κακή έννοια). Ήθελα λοιπόν κι εγώ να βαρύνω, να αυτοκαταστραφώ, ρε παιδί μου. Αλλά οι βότκες ήταν ακριβές με τα φραγκοδίφραγκα που έβγαζα (μας έγδερναν και τα είδη δώρων τότε, πολύ ασήμι, φίλοι μου, πολύ ασήμι). Οπότε, τσιγάρο. Τα κάμελ φρίκη, τα μάλμπορο εντελώς δήθεν, αγόρασα κι εγώ ένα πακέτο Στύβεζαντ. Το κάπνιζα στα μπαρ (με μπυρίτσα, 400 με 600 δρχ), πάντα φροντίζοντας να με βλέπει η τρελή κι αδέσποτη. Αυτή ανησυχούσε "γιατί αγόρι μου καπνίζεις;" "γιατί γατούλη το άρχισες;" -- τέτοια. Έτσι έκανα γύρω στο μισό πακέτο. Μετά αυτή έφυγε διακοπές (με την οικογένειά της -- θε μου, σε τι εποχές ζούσαμε: Μεσαίωνας, Μεσαίωνας) και ο Πέτρος μου είπε να βάλω το πακέτο στο ψυγείο να μη χαλάσει, αφού πια δεν υπήρχε λόγος να καπνίζω. Ε, εκεί έμεινε. Μετά έφυγα κι εγώ διακοπές, το ξέχασα. Στο νησί έκανα τράκα μια φορά. Γύρισαν το Σεπτέμβριο οι δικοί μου και βρίσκουν το πακέτο μισογεμάτο δίπλα σε ένα ταγκιασμένο βούτυρο. "Δικό σου είναι;" "Ναι." "Το θες;" "Όχι." "Αυτά έχουνε γίνει χάλια, να τα πετάξω;" (δεν είχαμε αερόψυκτα, παιδιά μου, τότε) "Ε, ναι". Τέλος

Έκτοτε, πότε στρίβω κανά Holborn, πότε κάνω τράκα. Είπαμε, έξι με δέκα τσιγάρα τον χρόνο. Για την παρέα. Αλλά μισώ την καπνίλα, μισώ την τσιγαρίλα, μισώ την μπαγιάτικη αποφορά της τσιγαρίλας, ιδίως πάνω σε ρούχα, ακόμα περισσότερο πάνω σε γυναικεία μαλλιά κι επιδερμίδα.

GatheRate

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου