Τρίτη 5 Μαΐου 2015

Displacement


Υπάρχει μια φάρα ανθρώπων που πέρασαν άνοστες εφηβείες και κατοπτρικές έως ρυτιδούμενες νεότητες: ως φυτά, ως δειλοί, ως προγκηγμένοι, ως μαντρωμένοι, ως φτωχοί... Μετά ανακαλύπτουν κάτι (τη μουσική, τους έρωτες, την πολιτική, τα γράμματα, μια καλή δουλειά, την Τέχνη, την παρέα, κάποιο χόμπι, τρεις-τέσσερις ανθρώπους κλειδιά) και χειραφετούνται, ανοίγονται, ανθοφορούν -- κάποιοι αναφλέγονται κιόλας. Παραμένουν όμως ημίψυχοι και βαρείς όσο αφήνουν το αζώιστο παρελθόν τους να λειτουργεί ως έρμα, ως κάτι που κρύβουν επιμελώς μέσα τους: ακόμα κι αν δίνουνε φλόγα, δεν πετούν. Αν μάλιστα αφήσουν αυτό το έρμα, που το κουβαλούν ακαταπαύστως, να τους κάνει αμυχές, υποφέρουν. Αν οι αμυχές κακοφορμίσουν, άσε.

Δεν τα λέω αυτά αφ' υψηλού κι εξ αποστάσεως: υπήρξα ντροπαλός και, κυρίως, φτωχός (μέχρι το 2007). Ανάσανα όταν αποδέχτηκα το παρελθόν μου, τα εχω γράψει αυτά εδώ, από τα ελάχιστα προσωπικά θέματα που έχω μοιραστεί στο μπλογκ χωρίς να έχει μεσολαβήσει πολύς καιρός. Ανάσανα κι ανένηψα και πέταξα όταν συμφιλιώθηκα με το παρελθόν μου και όσα έχει συνεισφέρει στο ποιος είμαι. Αποδέχτηκα ότι υπήρξα χριστιανόπαις, βλάκας των βιβλίων, μετά ντροπαλός και μπατίρης, μετά μπατίρης κι ενοχικός, μετά μπατίρης και μόνο. 'Επαψα να μισώ το παρελθόν μου, να κλαίω τα χαμένα χρόνια και αποφάσισα να διαστείλω το παρόν. Όσοι με διαβάζετε καιρό, ήδη χασμουριέστε: τα έχω ξαναπεί αυτά.

Εδώ και πολλά χρόνια, περισσότερα από όσα θα ήθελα, κι εσείς που με διαβάζετε καιρό κι αυτό το ξέρετε, δυστυχώς, ζω μακριά από τη μεγάλη πόλη. Ταυτόχρονα, ζω σε έναν τόπο ο οποίος χαρακτηρίζεται από πολλαπλές μετατοπίσεις.

Πρώτον, η Μελαγχόνησος είναι μετατοπισμένη από το παρελθόν της. Όπως η φάρα ανθρώπων που πέρασαν άνοστες εφηβείες κτλ., το κρύβει επιμελώς μέσα της ή το εκθέτει μετατοπισμένο προς αλλόκοτες κατευθύνσεις: τα ζωγραφισμένα μάτια από τοιχογραφίες αγίων δεν αφαιρέθηκαν από πιστούς που έψαχναν ματζούνια και φυλαχτά παρά από μοχθηρούς εχθρούς, οι άλλοι δεν υπήρξαν ποτέ παρά ως πράοι βοσκοί, ως κομπάρσοι, ως κωμικές φιγούρες με μαγκούρες μέσα στο μεγάλο δράμα του παρελθόντος που δεν υπήρξε. Πρακτικές μόλις δεκαετιών ξεδιπλώνονται για να σκεπάσουν το αχανές "ανέκαθεν", πρακτικές αιώνων παραμερίζονται ώστε να μη γίνονται ορατές από εκεί που περνάει ο αυτοκινητόδρομος της Νέας Πανάρχαιας Ιστορίας.

Ύστερα, είναι μετατοπισμένη γεωγραφικά, σφηνωμένη στην κάτω δεξιά γωνία, μέσα σε ένα κουτί, του χάρτη μιας άλλης χώρας στα δυτικά της, μακριά από την απέραντη χώρα στα βόρειά της, μακριά από τα βουνα της, που διακρίνονται άνετα αν κοιτάξεις βόρεια, μακριά από τη Μικρή Αρμενία και την Αντιόχεια, τη Βυρητό και τη Χάιφα. Μοιάζει σαν καβούρι μονοπόδαρο που πλέει ματαίως προς τη Θούλη των υπερβόρειων αφεντάδων της, παράλληλα πασχίζει να συγχωνευθεί με την Κρήτη, που βρίσκεται δυόμισυ κόσμους δυτικά. Είναι γεωγραφικά μετατοπισμένη από τον ίδιο τον εαυτό της, με δρόμους που δεν οδηγούν πουθενά, με οδοφράγματα, με πινακίδες για κάποιο αλλού που βρίσκεται δίπλα ή για ένα εδώ που βρίσκεται αλλού, με σπίτια που δεν εχουνε παρά προσόψεις, με τοπωνύμια όπως "Αμμόχωστος" που εδώ και σαράντα χρόνια δεν καταδηλώνουν πια το μεγάλο λιμάνι και την πόλη του, παρά κάτι θλιβερά χωριά και ασυνάρτητα θέρετρα στον νότο της -- σαν να ονομάζαμε το Κορωπί Αθήνα, γιατί η Αθήνα θα μας είχε διαφύγει, ρημαγμένη, περιφραγμένη και κενή.

 Τέλος, είναι μετατοπισμένη σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα: με λογοτεχνία στη γλώσσα του αποικιοκράτη, του ανάδελφου αδελφού ή ενός πρόσφατου παρελθόντος, με επανεπινόηση του αρχιτεκτονικού χαρακτήρα της, με πολυτελείς μαχαλάδες στη θέση χωραφιών και χωράφια στη μέση των πόλεων, με διασκέδαση που σε πάει στο Χαλάνδρι, στο Νότινγχαμ, στο Bowery και στο Μπραχάμι -- όταν μάλιστα μετακαλούνται μεγάλοι καλλιτέχνες για αρπαχτή, μετακινούμενοι κι αυτοί, ακόμα και στον Μύλο, στο Γκαγκάριν και στην Ιερά Οδό. Τις Κυριακές όλοι "κάμνουν commute" στις μανάδες για να φάνε ψητά ή στους φούρνους για να παραγγείλουν σπιτικό φαγητό ή στις ταβέρνες όπου θα φάνε ντόπια κουζίνα που έχει έρθει από αλλού. Όλα μετακινούνται, κάθε ενήλικας κι ένα αυτοκίνητο, πάνω σε αξιοθαύμαστους αυτοκινητοδρόμους που δεν εγγυώνται καμμιά επιστροφή σε κανέναν πρόσφυγα.

Στο μεταξύ, η ζωή είναι αλλού, λεν εδώ: στην αγγλική ορολογία της ποιμενικής ερωτικής ζωής, στα φοιτητικά χρόνια αλλού, στις αγκάλες του σχεδόν εγκαταλελειμμένου χωριού, στα κλαμπ που έκλεισαν, στις παραλίες προ του '74, στους ωραίους γέροντες που πεθαίνουν πια, στην έξαλλα πορνική δεκαετία του '90, στην εικοσιεξάμηνη στρατιωτική θητεία, στη Λεμεσό των αρχών του 21ου αιώνα.

Εδώ λοιπόν έμαθα να βάζω όχι το τώρα απέναντι στο τότε, ή το ποτέ απέναντι στο πότε;, παρά το ήσυχο εδώ της γραφής απέναντι στο κυματώδες εκεί. Το εκεί που με περιμένει στην πόλη μου, στη βάση μου, αλλά και στον κόσμο πίσω από την πόλη μου, στον παράδεισο στα δυτικά (κατά Τόλκιν και κατ' άλλους). Μετακινούμενος λοιπόν κι εγώ, ακαταπαύστως.

GatheRate

2 σχόλια:

  1. Όμορφη ενδοσκόπηση ενός εξόριστου ή ενοχλητική απολογία ενός "ιπτάμενου"; Δυσκολεύομαι να αποφασίσω...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Έχω απολογηθεί δύο φορές, μία για τα γραπτά μου και μία για τον βίο μου. Αυτό δεν είναι απολογία, έστω και αν είναι ενοχλητικό. :-)

      Διαγραφή